Σκέφτηκα τι θα μπορούσα να γράψω απόψε με την αλλαγή ενός ακόμη χρόνου που πέρασε πάνω από το κορμί και την ψυχή μας. Πολλά τα κλισέ και οι κονσερβοποιημένες ευχές. Μας κούρασαν κι αυτές. Ένιωσα ότι θα ήταν καλύτερα να σας μιλήσω ως φίλος και αδελφός. Και να πω δόξα τω Θεώ που ζούμε και υπάρχουμε. Που είμαστε ακόμη ζωντανοί με τις χαρές και τις πίκρες του βίου μας, ωστόσο όμως είμαστε εδώ, «στην σκηνή….».Αυτό είναι το μέγιστο δώρο.
Η αλήθεια είναι πως δεν το εκτιμούμε, και κάνουμε τα πάντα ώστε καθημερινά να γίνεται η ζωή μας βάσανο. Η πιο ψεύτικη ευχή είναι εκείνη που τις ημέρες αυτές θα ειπωθεί χιλιάδες φορές από τα χείλη όλων μας, «στην υγεία μας, εις υγεία, πρώτα υγεία….». Κι όμως κανείς δεν είναι ευτυχισμένος που έχει την υγεία του, γι’ αυτό κάνει τα πάντα ώστε να την καταστρέψει.
Η αλήθεια είναι πως δεν το εκτιμούμε, και κάνουμε τα πάντα ώστε καθημερινά να γίνεται η ζωή μας βάσανο. Η πιο ψεύτικη ευχή είναι εκείνη που τις ημέρες αυτές θα ειπωθεί χιλιάδες φορές από τα χείλη όλων μας, «στην υγεία μας, εις υγεία, πρώτα υγεία….». Κι όμως κανείς δεν είναι ευτυχισμένος που έχει την υγεία του, γι’ αυτό κάνει τα πάντα ώστε να την καταστρέψει.
Γιατί; Μα γιατί δεν αγαπάμε αυτό που είμαστε, εκείνο που μας έκανε ο Θεός, αυτά που μας χάρισε. Πάντα θέλουμε αυτό που δεν έχουμε. Ποτέ εκείνο που κρατάμε στα χέρια μας. Μισούμε τον εαυτό μας, κατ’ επέκταση την ζωή μας. Την πετάμε ως δολοφονημένο πτώμα από εδώ κι εκεί, ατιμάζοντας της. Και πότε ατιμάζεται μια ζωή; Όταν δεν την ζεις αλλά την αφήνεις να κυλά δίχως νόημα. Όταν την νύχτα κλείνοντας την μέρα σου δεν λες «δόξα τω Θεώ», αλλά αντιθέτως «ουφ πέρασε κι αυτή η ημέρα». Λες και ήταν βάσανο, βάρος, κάτι που πρέπει να ξεφορτωθείς και όχι να ζήσεις.